ATROPINE SULFATE/COOPER EY.DRO.SOL 1%
Πληροφορίες συνταγογράφησης
Λίστα ασφαλίσεων
Πληροφορίες έκδοσης
Περιορισμός συνταγογράφησης
Αλληλεπιδράσεις με
Περιορισμοί χρήσης
Άλλες πληροφορίες
Όνομα φαρμάκου
Σύνθεση
Φαρμακευτική μορφή
Κάτοχος άδειας κυκλοφορίας (MAH)

Χρησιμοποιήστε την εφαρμογή Mediately
Λήψη στοιχείων φαρμάκων πιο γρήγορα.
Πάνω 36k αξιολογήσεις
SmPC - ATROPINE 1%
Χρησιμοποιείται σαν μυδριατικό για θεραπευτικούς και σπάνια διαγνωστικούς σκοπούς και σαν κυκλοπληγικό για τον έλεγχο των διαθλαστικών ανωμαλιών με σκιασκοπία. Επίσης χρησιμοποιείται σε οξείες και χρόνιες φλεγμονώδεις καταστάσεις του ραγοειδούς χιτώνα, ανεξάρτητα από την αιτιολογία τους.
Υπερευαισθησία στη δραστική ουσία ή σε οποιοδήποτε από τα έκδοχα που αναφέρονται στην παράγραφο 6.1. Η χορήγηση της ατροπίνης αντενδείκνυται σε γλαυκωματικούς αρρώστους (έστω και σ’ αυτούς που εμφανίζουν προδιάθεση για γλαύκωμα). Επίσης δεν πρέπει να χορηγείται σε άτομα με γνωστές αλλεργικές αντιδράσεις στην ατροπίνη.
Να αποφεύγεται στον έλεγχο διαθλαστικών ανωμαλιών των ενηλίκων. Σε άτομα με στενή γωνία πρόσθιου θαλάμου, παιδιά (ιδιαίτερα με σύνδρομο Down), ηλικιωμένους, υπερτασικούς. Να μην υπερβαίνονται οι μέγιστες συνιστώμενες δόσεις και πριν από την εφαρμογή τους να γίνεται έλεγχος βάθους προσθίου θαλάμου και γωνίας. Να χρησιμοποιούνται οι ελάχιστες αποτελεσματικές πυκνότητες.
Η ενστάλαξη ατροπίνης στο μάτι μπορεί να συνοδευτεί από αλλεργικές αντιδράσεις τοπικές και συστηματικές.
Κυρίως στα παιδιά είναι δυνατόν να παρατηρηθεί οστρακιοειδές εξάνθημα (σπυράκια στο πρόσωπο και στο σώμα), ερυθρότητα του προσώπου και πυρετός. Για την αντιμετώπιση της κατάστασης η απλή διακοπή του φαρμάκου είναι επαρκής.
Στα παιδιά επίσης είναι δυνατόν να παρατηρηθούν ήπιες συστηματικές εκδηλώσεις που αναμένονται από την αντιχολινεργική δράση του φαρμάκου, όπως δυσκοιλιότητα, ξηροστομία, διαταραχές συμπεριφοράς κ.λπ. Για
τους λόγους αυτούς πρέπει να χορηγείται μία σταγόνα ΜΟΝΟ στο κάθε μάτι και να γίνεται δακτυλική απόφραξη του δακρυϊκού σωληναρίου. Επίσης αντενδείκνυται η χορήγηση διαλύματος 1% στα παιδιά.
Στις τοπικές αλλεργικές αντιδράσεις, συνήθως ήπιες, περιλαμβάνονται η ερυθρότητα και οίδημα του επιπεφυκότα και το οίδημα του βλεφάρου. Δεν απαιτείται θεραπευτική αντιμετώπιση πέρα της απλής διακοπής του φαρμάκου.
Το προϊόν αυτό πρέπει να χρησιμοποιείται με προσοχή σε οφθαλμό που παρουσιάζει φλεγμονή, καθώς η υπεραιμία αυξάνει σημαντικά το ρυθμό συστηματικής απορρόφησης μέσω του επιπεφυκότα.
Η συστηματική απορρόφηση μπορεί να μειωθεί με τη συμπίεση του δακρυικού σάκου στο μέσο κανθό για ένα λεπτό κατά τη διάρκεια και μετά την ενστάλαξη των σταγόνων. (Αυτό εμποδίζει τη διέλευση των σταγόνων μέσω του ρινο-δακρυϊκού πόρου στην ευρεία απορροφητική περιοχή του ρινικού και φαρυγγικού βλεννογόνου. Συνιστάται ιδιαίτερα στα παιδιά).
Το Atropine Sulfate/COOPER περιέχει χλωριούχο βενζαλκόνιο και μπορεί να προκαλέσει ερεθισμό των ματιών. Εάν φοράτε μαλακούς φακούς επαφής, θα πρέπει να τους αφαιρέσετε πριν χρησιμοποιήσετε το Atropine Sulfate/COOPER διότι υπάρχει περίπτωση αποχρωματισμού των φακών επαφής σας. Θα πρέπει να περιμένετε τουλάχιστον 15 λεπτά μετά τη χρήση του Atropine Sulfate/COOPER, πριν τοποθετήσετε τους φακούς επαφής στα μάτια σας. Επίσης, το χλωριούχο βενζαλκόνιο μπορεί να προκαλέσει ερεθισμό στον οφθαλμό.
Η φαινυλεφρίνη ενισχύει το μυδριατικό τους αποτέλεσμα, στοιχείο που επιτρέπει τον μεταξύ τους συνδυασμό σε χαμηλότερες πυκνότητες και την αποφυγή ή περιορισμό των ανεπιθύμητων ενεργειών. Προηγούμενη μάλιστα ενστάλαξη τοπικού αναισθητικού ενισχύει το μυδριατικό αποτέλεσμα του συνδυασμού.
Εγκυμοσύνη
Κατηγορία C: Δεν έχουν γίνει μελέτες αναπαραγωγής στα πειραματόζωα. Δεν είναι γνωστό εάν μπορεί να ασκήσει βλαπτική επίδραση στο έμβρυο ούτε αν μπορεί να επηρεάσει τη γονιμότητα. Σε έγκυες γυναίκες πρέπει να χορηγείται μόνο αν χρειάζεται σαφώς.
Θηλασμός
Δεν είναι γνωστό αν το φάρμακο απεκκρίνεται στο γάλα. Επειδή πολλά φάρμακα απεκκρίνονται στο γάλα, κατά τη χορήγηση ατροπίνης σε θηλάζουσες μητέρες απαιτείται προσοχή.
ν
Τόσο η δράση του φαρμάκου (μυδρίαση και κυκλοπληγία), όσο και πολλές από τις παθολογικές καταστάσεις όπου τούτο χορηγείται επηρεάζουν την ικανότητα του ασθενούς να οδηγεί και να χειρίζεται μηχανήματα με ασφάλεια.
Αύξηση της ενδοφθάλμιας πίεσης και πρόκληση οξέος γλαυκώματος σε προδιατεθειμένα άτομα. Παρατεταμένη χορήγηση μπορεί να προκαλέσει θυλακιώδη επιπεφυκίτιδα, υπεραιμία, οίδημα, εξιδρώματα, εκζεματοειδή δερματίτιδα. Επίσης αναφέρονται φωτοφοβία, παροδικό αίσθημα νυγμών του οφθαλμού, ξηροστομία, συμπτώματα ουροποιητικού συστήματος, γαστρεντερικά συμπτώματα και ταχυκαρδία. Σε συστηματική απορρόφηση μπορεί να παρατηρηθούν συστηματικές ανεπιθύμητες ενέργειες και κυρίως σε παιδιά (πυρετός και οστρακοειδές εξάνθημα με ατροπίνη).
Αναφορά πιθανολογούμενων ανεπιθύμητων ενεργειών
Η αναφορά πιθανολογούμενων ανεπιθύμητων ενεργειών μετά από τη χορήγηση άδειας κυκλοφορίας του φαρμακευτικού προϊόντος είναι σημαντική. Επιτρέπει τη συνεχή παρακολούθηση της σχέσης οφέλους- κινδύνου του φαρμακευτικού προϊόντος. Ζητείται από τους επαγγελματίες υγείας να αναφέρουν οποιεσδήποτε πιθανολογούμενες ανεπιθύμητες ενέργειες μέσω του εθνικού συστήματος αναφοράς:
Ελλάδα
Εθνικός Οργανισμός Φαρμάκων Μεσογείων 284
GR-15562 Χολαργός, Αθήνα Τηλ: + 30 21 32040337
Ιστότοπος: http://www.eof.gr
http://www.kitrinikarta.gr/
Τα γενικά συμπτώματα από τη συστηματική τοξική επίδραση της ατροπίνης είναι: ερυθρότητα και ξηρότητα του στόματος και του δέρματος, ταχυκαρδία, κολπικές αρρυθμίες, κολποκοιλιακός διαχωρισμός, σύγχυση, αταξία, ανησυχία, ψευδαισθήσεις, σπασμοί, πυρετός, ευερεθιστότητα ή παραλήρημα.
Τα συμπτώματα υπερδοσολογίας αντιμετωπίζονται με γενικά μέτρα υποστήριξης και διακοπή του φαρμάκου. Σε τυχαία λήψη από το στόμα χορηγείται σαλικυλική φυσοστιγμίνη παρεντερικά. Σε υπέρβαση δοσολογίας στους οφθαλμούς, πλύση οφθαλμών με φυσιολογικό ορό ή νερό. Τοπική ενστάλαξη κολλυρίου μυωτικού, εάν απαιτείται.
Φαρμακολογικές ιδιότητες - ATROPINE 1%
Φαρμακοθεραπευτική κατηγορία: Οφθαλμολογικά, Αντιχολινεργικά Kωδικός ATC: S01FA01
Η ατροπίνη είναι ένα ισχυρό αντιχολινεργικό (παρασυμπαθολυτικό) φάρμακο. Ενστάλαξή της στο μάτι παραλύει τον σφιγκτήρα της κόρης και τον ακτινωτό μυ, με αποτέλεσμα την μυδρίαση (αύξηση του μεγέθους της κόρης) και την κυκλοπληγία (θάμπωμα της δράσης κυρίως για κοντά) διάρκειας μερικών ημερών.
Η ατροπίνη δεν κάνει διάκριση μεταξύ των πρόσφατα ανακαλυφθέντων υποτύπων μουσκαρινικών υποδοχέων Μ 1 (στα παρασυμπαθητικά γάγγλια του υποβλεννογόνιου πλέγματος, με υψηλή συγγένεια για την επιλογή αντιμουσκαρινικής πιρενζεπίνης) και M2 (χαμηλή συγγένεια για την πιρενζεπίνη και εμφανίζεται κυρίως στην καρδιά και τους λείους μύες).
Κατά την τοπική εφαρμογή στον οφθαλμό, η θειική ατροπίνη εύκολα απορροφάται δια του επιπεφυκότα. Σε ενέσιμη χορήγηση κάτω από τον επιπεφυκότα του φαρμάκου σε κουνέλια, η ατροπίνη διέρχεται από τον οφθαλμό εμφανίζοντας μεγαλύτερες συγκεντρώσεις στον κερατοειδή και στο υαλοειδές και υδατοειδές υγρό του ματιού. Κατά τη μελέτη αυτή, το 95% της δόσης απεκκρίθηκε στα ούρα σε πέντε ώρες.
Η ατροπίνη απορροφάται επαρκώς από το λεπτό έντερο και καθόλου από τον στόμαχο. Έτσι, τα αποτελέσματα της από του στόματος χορήγησης είναι πολύ πιο αργά στην έναρξη από ό,τι μετά από παρεντερική χορήγηση. Η ατροπίνη απορροφάται επίσης από τους βλεννογόνους αλλά λιγότερο άμεσα από τους οφθαλμούς και το δέρμα, αν και μπορεί μερικές φορές να εμφανιστεί σημαντική τοξικότητα από την απορρόφηση υπερβολικού αριθμού οφθαλμικών σταγόνων.
Η ατροπίνη έχει όγκο κατανομής 1 -6 l/kg. Η πρωτεϊνική δέσμευση είναι μέτρια, με περίπου 50% του φαρμάκου να δεσμεύεται στο πλάσμα. Η κάθαρσή της στο πλάσμα είναι 8ml/min/kg.
Μόνο ίχνη ατροπίνης ανιχνεύονται στο μητρικό γάλα. Το φάρμακο διασχίζει εύκολα τον αιματοεγκεφαλικό φραγμό και μπορεί να προκαλέσει σύγχυση και παραλήρημα μετεγχειρητικά.
Διασχίζει εύκολα τον πλακούντα.
Η ατροπίνη μεταβολίζεται με ηπατική οξείδωση και σύζευξη σε ανενεργούς μεταβολίτες, ενώ περίπου το 2% υφίσταται υδρόλυση σε τροπίνη και τροπικό οξύ. Περίπου το 30% της δόσης απεκκρίνεται αμετάβλητο στα ούρα. Μόνο ίχνη της δόσης αποβάλλονται στα κόπρανα.
Υπάρχουν ορισμένες ενδείξεις παρατεταμένης αποβολής σε ηλικιωμένα άτομα.