FULVESTRANT/INNOVIS INJ.SO.PFS 250MG/5ML
Πληροφορίες συνταγογράφησης
Λίστα ασφαλίσεων
Πληροφορίες έκδοσης
Περιορισμός συνταγογράφησης
Αλληλεπιδράσεις με
Περιορισμοί χρήσης
Άλλες πληροφορίες
Όνομα φαρμάκου
Σύνθεση
Φαρμακευτική μορφή
Κάτοχος άδειας κυκλοφορίας (MAH)

Χρησιμοποιήστε την εφαρμογή Mediately
Λήψη στοιχείων φαρμάκων πιο γρήγορα.
Πάνω 36k αξιολογήσεις
SmPC - FULVESTRANT/INNOVIS 250MG/5ML
Το Fulvestrant/Innovis ενδείκνυται:
-
ως μονοθεραπεία για τη θεραπεία του τοπικά προχωρημένου ή μεταστατικού καρκίνου του μαστού σε μετεμμηνοπαυσιακές γυναίκες με θετικούς οιστρογονικούς υποδοχείς:
-
που δεν έχουν λάβει προηγούμενη ενδοκρινική θεραπεία ή
-
με υποτροπή της νόσου κατά τη διάρκεια ή μετά από επικουρική αντιοιστρογονική θεραπεία ή σε επιδείνωση της νόσου κατά τη θεραπεία με αντιοιστρογόνο.
-
-
σε συνδυασμό με παλμποσικλίμπη για τη θεραπεία του τοπικά προχωρημένου ή μεταστατικού καρκίνου του μαστού με θετικούς ορμονικούς υποδοχείς (HR), αρνητικούς υποδοχείς τύπου 2του ανθρώπινου αυξητικού παράγοντα (HER-2) σε γυναίκες που έχουν λάβει προηγούμενη ενδοκρινική θεραπεία (βλέπε παράγραφο 5.1).
Σε προ- ή περιεμμηνοπαυσιακές γυναίκες, η θεραπεία συνδυασμού με παλμποσικλίμπη πρέπει να συνδυάζεται με αγωνιστή της ορμόνης απελευθέρωσης της ωχρινοτρόπου ορμόνης (LHRH).
Δοσολογία
Ενήλικες γυναίκες (συμπεριλαμβανομένων των Ηλικιωμένων)
Η συνιστώμενη δόση είναι 500 mg σε διαστήματα ενός μηνός, με μια πρόσθετη δόση των 500 mg χορηγούμενη δύο εβδομάδες μετά την αρχική δόση.
Όταν το Fulvestrant/Innovis χρησιμοποιείται σε συνδυασμό με παλμποσικλίμπη, παρακαλείσθε να ανατρέξετε επίσηςστην Περίληψη των Χαρακτηριστικών του Προϊόντος της παλμποσικλίμπης.
Πριν από την έναρξη της θεραπείας με τον συνδυασμό Fulvestrant/Innovis και παλμποσικλίμπης και καθ’ όλη τη διάρκειά της, οι προ/περιεμμηνοπαυσιακές γυναίκες πρέπει να λαμβάνουν θεραπεία με αγωνιστέςLHRH σύμφωνα με την τοπική κλινική πρακτική.
Ειδικοί πληθυσμοί
Νεφρική δυσλειτουργία
Δεν συνιστάται προσαρμογή της δοσολογίας σε ασθενείς με ήπια έως μέτρια νεφρική δυσλειτουργία (κάθαρση κρεατινίνης ≥ 30 ml/min). Η ασφάλεια και η αποτελεσματικότητα δεν έχουν αξιολογηθεί σε ασθενείς με σοβαρή νεφρική δυσλειτουργία (κάθαρση κρεατινίνης < 30 ml/min), και ως εκ τούτου, συνιστάται προσοχή σε αυτούς τους ασθενείς (βλέπε παράγραφο 4.4).
Ηπατική δυσλειτουργία
Δεν προτείνονται προσαρμογές της δόσης για ασθενείς με ήπια έως μέτρια ηπατική δυσλειτουργία. Εντούτοις, καθώς η έκθεση στη φουλβεστράντη μπορεί να αυξηθεί, το Fulvestrant/Innovis πρέπει να χρησιμοποιείται με προσοχή στους ασθενείς αυτούς. Δεν υπάρχουν δεδομένα για ασθενείς με σοβαρή ηπατική δυσλειτουργία (βλέπε παραγράφους 4.3, 4.4 και 5.2).
Παιδιατρικός πληθυσμός
Η ασφάλεια και η αποτελεσματικότητα του Fulvestrant/Innovis σε παιδιά ηλικίας έως 18 ετών δεν έχουν τεκμηριωθεί. Τα επί του παρόντος διαθέσιμα δεδομένα περιλαμβάνονται στις παραγράφους 5.1και 5.2, αλλά δεν μπορεί να γίνει σύσταση σχετικά με τη δοσολογία.
Τρόπος χορήγησης
Το Fulvestrant/Innovis πρέπει να χορηγείται ως δύο διαδοχικές ενέσεις των 5 ml με αργή ενδομυϊκή ένεση(1-2 λεπτά/ένεση), μία σε κάθε γλουτό (γλουτιαία περιοχή).
Πρέπει να επιδεικνύεται προσοχή σε περίπτωση που το Fulvestrant/Innovis ενίεται σε οπίσθια γλουτιαία θέσηλόγω της εγγύτητας του υποκείμενου ισχιακού νεύρου.
Για λεπτομερείς οδηγίες για την χορήγηση, βλέπε παράγραφο 6.6.
Υπερευαισθησία στη δραστική ουσία ή σε κάποιο από τα έκδοχα που αναφέρονται στην παράγραφο 6.1.
Κύηση και γαλουχία (βλέπε παράγραφο 4.6).
Σοβαρή ηπατική δυσλειτουργία (βλέπε παραγράφους 4.4 και 5.2).
Το Fulvestrant/Innovis πρέπει να χρησιμοποιείται με προσοχή σε ασθενείς με ήπια έως μέτρια ηπατικήδυσλειτουργία (βλέπε παραγράφους 4.2, 4.3 και 5.2).
Το Fulvestrant/Innovis πρέπει να χρησιμοποιείται με προσοχή σε ασθενείς με σοβαρή νεφρική δυσλειτουργία(κάθαρση κρεατινίνης κάτω των 30 ml/min).
Λόγω της ενδομυϊκής οδού χορήγησης, το Fulvestrant/Innovis πρέπει να χρησιμοποιείται με προσοχή κατά τη θεραπεία ασθενών με αιμορραγική διάθεση, θρομβοπενία ή που λαμβάνουν αντιθρομβωτική αγωγή.
Θρομβοεμβολικά επεισόδια παρατηρούνται συχνά σε γυναίκες με προχωρημένο καρκίνο του μαστού και έχουν αναφερθεί σε κλινικές μελέτες με το Fulvestrant/Innovis (βλέπε παράγραφο 4.8). Αυτό θα πρέπει να λαμβάνεται υπόψη όταν το Fulvestrant/Innovis συνταγογραφείται σε ασθενείς που διατρέχουν αυτόν τον κίνδυνο.
Συμβάματα που σχετίζονται με τη θέση ένεσης, συμπεριλαμβανομένων ισχιαλγίας, νευραλγίας, νευροπαθητικού πόνου και περιφερικής νευροπάθειας, έχουν αναφερθεί με την ένεση Fulvestrant/Innovis. Πρέπει να επιδεικνύεται προσοχή σε περίπτωση που το Fulvestrant/Innovis ενίεται σε οπίσθια γλουτιαία θέσηλόγω της εγγύτητας του υποκείμενου ισχιακού νεύρου (βλέπε παραγράφους 4.2 και 4.8).
Δεν υπάρχουν δεδομένα μακροχρόνιας χορήγησης για την επίδραση της φουλβεστράντης στα οστά. Εξαιτίας του μηχανισμού δράσης της φουλβεστράντης υπάρχει ενδεχόμενος κίνδυνος οστεοπόρωσης.
Η αποτελεσματικότητα και ασφάλεια του Fulvestrant/Innovis (είτε ως μονοθεραπεία είτε σε συνδυασμό μεπαλμποσικλίμπη) δεν έχουν μελετηθεί σε ασθενείς με κρίσιμη σπλαγχνική νόσο.
Όταν το Fulvestrant/Innovis συνδυάζεται με παλμποσικλίμπη, παρακαλείσθε να ανατρέξετε επίσης στην Περίληψητων Χαρακτηριστικών του Προϊόντος της παλμποσικλίμπης.
Παρεμβολή σε δοκιμασίες αντισώματος οιστραδιόλης
Λόγω της δομικής ομοιότητας της φουλβεστράντης και της οιστραδιόλης, η φουλβεστράντη μπορεί να επηρεάσει τις δοκιμασίες αντισώματος οιστραδιόλης και ενδέχεται να οδηγήσει σε ψευδώς αυξημένα επίπεδα οιστραδιόλης.
Αιθανόλη
Αυτό το φαρμακευτικό προϊόν περιέχει 500 mg αλκοόλης (αιθανόλη) σε κάθε ένεση που ισοδυναμεί με 100 mg/ ml (10% w/ v). Η ποσότητα σε κάθε ένεση αυτού του φαρμάκου ισοδυναμεί με 13 ml μπύρας ή 5 ml κρασιού.
Μια δόση 500 mg αυτού του φαρμάκου (δύο σύριγγες) χορηγούμενη σε ενήλικες γυναίκες που ζυγίζουν 70 κιλά θα οδηγούσε σε έκθεση σε 14,3 mg / kg αιθανόλης, η οποία μπορεί να προκαλέσει αύξηση της συγκέντρωσης αλκοόλης στο αίμα (BAC) περίπου 2,4 mg / 100 ml (βλ. Παράρτημα I της έκθεσης EMA/CHMP/43486/2018).
Για σύγκριση, για έναν ενήλικα που πίνει ένα ποτήρι κρασί ή 500 ml μπύρας, το BAC είναι πιθανό να είναι περίπου 50 mg/ 100 ml.
Συγχορήγηση με φάρμακα που περιέχουν π.χ. προπυλενογλυκόλη ή αιθανόλη μπορεί να οδηγήσει σε συσσώρευση αιθανόλης και να προκαλέσει δυσμενείς επιπτώσεις.
Βενζυλική αλκοόλη
Το Fulvestrant/Innovis περιέχει βενζυλική αλκοόλη ως έκδοχο η οποία μπορεί να προκαλέσει αλλεργικέςαντιδράσεις.
Παιδιατρικός πληθυσμός
Δεν συνιστάται η χρήση του Fulvestrant/Innovis σε παιδιά και εφήβους καθώς η ασφάλεια και η αποτελεσματικότητα δεν έχουν τεκμηριωθεί σε αυτή την ομάδα ασθενών (βλέπε παράγραφο 5.1).
Μια κλινική μελέτη αλληλεπίδρασης με μιδαζολάμη (υπόστρωμα του CYP3A4) έδειξε ότι η φουλβεστράντη δεν αναστέλλει το CYP3A4. Κλινικές μελέτες αλληλεπίδρασης με ριφαμπικίνη (επαγωγέας του CYP3A4) και κετοκοναζόλη (αναστολέας του CYP3A4) δεν έδειξαν κλινικά σημαντική μεταβολή στην κάθαρση της φουλβεστράντης. Προσαρμογή της δόσης δεν είναι συνεπώς απαραίτητη στους ασθενείς στους οποίους η φουλβεστράντη συνταγογραφείται παράλληλα με αναστολείςή επαγωγείς του CYP 3A4.
Γυναίκες σε αναπαραγωγική ηλικία
Οι ασθενείς με αναπαραγωγική ικανότητα πρέπει να χρησιμοποιούν αποτελεσματική αντισύλληψη κατά τη διάρκεια της θεραπείας με Fulvestrant/Innovis και 2 χρόνια μετά την τελευταία δόση.
Κύηση
Το Fulvestrant/Innovis αντενδείκνυται κατά την κύηση (βλέπε παράγραφο 4.3). Η φουλβεστράντη
έχει αποδειχθεί ότι διαπερνά τον πλακούντα μετά από εφάπαξ ενδομυϊκή χορήγηση σε αρουραίους και κουνέλια.
Μελέτες σε πειραματόζωα έχουν δείξει τοξικότητα στην αναπαραγωγική ικανότητα, συμπεριλαμβανομένης αυξημένης συχνότητας εμφάνισης εμβρυϊκών ανωμαλιών και θανάτων (βλ. παράγραφο 5.3). Εάν προκύψει εγκυμοσύνη κατά τη διάρκεια της θεραπείας με Fulvestrant/Innovis, η ασθενήςθα πρέπει να ενημερωθεί για τους πιθανούς κινδύνους για το έμβρυο και τον πιθανό
κίνδυνο αποβολής.
Θηλασμός
Ο θηλασμός πρέπει να διακόπτεται κατά την διάρκεια της θεραπείας με Fulvestrant/Innovis. Η φουλβεστράντη απεκκρίνεται στο γάλα των αρουραίων σε γαλουχία. Δεν είναι γνωστό αν η φουλβεστράντη απεκκρίνεταιστο γάλα γυναικών. Λαμβάνοντας υπόψη τη δυνατότητα εμφάνισης σοβαρών ανεπιθύμητων ενεργειών σε θηλάζοντα βρέφη που οφείλονται στη φουλβεστράντη, η χρήση κατά τη διάρκεια της γαλουχίας αντενδείκνυται (βλέπε παράγραφο 4.3).
Γονιμότητα
Η επίδραση του Fulvestrant/Innovis στη γονιμότητα στους ανθρώπους δεν έχει μελετηθεί.
ν
Το Fulvestrant/Innovis δεν έχει καμία αντίδραση ή έχει ασήμαντη επίδραση στην ικανότητα οδήγησης ή χειρισμού μηχανημάτων. Εντούτοις, επειδή έχει αναφερθεί πολύ συχνά εξασθένιση με το Fulvestrant/Innovis, oιασθενείς εκείνοι, που εμφανίζουν αυτήν την ανεπιθύμητη ενέργεια, πρέπει να προσέχουν όταν οδηγούν ή χειρίζονται μηχανήματα.
Περίληψη του προφίλ ασφάλειας
Μονοθεραπεία
Αυτή η παράγραφος σας δίδει πληροφορίες βασισμένες σε όλες τις ανεπιθύμητες ενέργειες από τις κλινικές μελέτες, τις μελέτες μετά την κυκλοφορία του προϊόντος ή αυθόρμητες αναφορές. Στο συγκεντρωτικό σύνολο δεδομένων της μονοθεραπείας με φουλβεστράντη , οι συχνότερα αναφερόμενες ανεπιθύμητες ενέργειες ήταν αντιδράσεις στο σημείο της ένεσης, εξασθένιση, ναυτία, και αυξημένα ηπατικά ένζυμα (ALT, AST, ALP).
Στον Πίνακα 1, οι ακόλουθες κατηγορίες συχνότητας για ανεπιθύμητες αντιδράσεις φαρμάκου (ADRs) υπολογίστηκαν με βάση την ομάδα θεραπείας του Fulvestrant/Innovis 500 mg σε συγκεντρωτικές αναλύσεις ασφάλειας των μελετών που συνέκριναν το Fulvestrant/Innovis 500 mg με το Fulvestrant/Innovis 250 mg [CONFIRM (Μελέτη D6997C00002), FINDER 1 (Μελέτη D6997C00004), FINDER 2 (Μελέτη
D6997C00006), και NEWEST (Μελέτη D6997C00003)], ή από τη FALCON (Μελέτη D699BC00001) μόνο που συνέκρινε το Fulvestrant/Innovis 500 mg με αναστροζόλη 1 mg. Όπου οι συχνότητες μεταξύ των συγκεντρωτικών αναλύσεων ασφάλειας και της FALCON διαφέρουν, αναγράφεται η μεγαλύτερη συχνότητα. Οι συχνότητες στον Πίνακα 1 βασίστηκαν σε όλα τα αναφερθέντα συμβάματα, ανεξάρτητα από την αξιολόγηση του ερευνητή για την αιτιότητα. Η διάμεση διάρκεια τηςθεραπείας με φουλβεστράντη 500 mg στο συγκεντρωτικό σύνολο δεδομένων (συμπεριλαμβανομένων των μελετών που αναφέρθηκαν παραπάνω και της FALCON) ήταν 6,5 μήνες.
Κατάλογος ανεπιθύμητων ενεργειών υπό μορφή πίνακα
Οι ανεπιθύμητες ενέργειες που αναφέρονται παρακάτω κατατάσσονται σύμφωνα με τη συχνότητα και την Κατάταξη του Οργανικού Συστήματος (SOC). Οι κατηγορίες των συχνοτήτων ορίζονται σύμφωνα με τον παρακάτω κανόνα: Πολύ συχνές (≥1/10), Συχνές (≥1/100, <1/10), Όχι συχνές (≥1/1.000, <1/100). Εντός κάθε κατηγορίας συχνότητας εμφάνισης, οι ανεπιθύμητες ενέργειες παρατίθενται κατά φθίνουσα σειρά σοβαρότητας.
Πίνακας 1. Ανεπιθύμητες Ενέργειες Φαρμάκου που αναφέρθηκαν σε ασθενείς υπό μονοθεραπεία με Fulvestrant/Innovis
| Ανεπιθύμητες ενέργειες ανά οργανικό σύστημα και τη συχνότητα | ||
| Λοιμώξεις και παρασιτώσεις | Συχνές | Ουρολοιμώξεις |
| Διαταραχές του αιμοποιητικού και του λεμφικού συστήματος | Συχνές | Μειωμένος αριθμός αιμοπεταλίωνε |
| Διαταραχές του ανοσοποιητικού συστήματος | Πολύ συχνές | Αντιδράσεις υπερευαισθησίαςε |
| Όχι συχνές | Αναφυλακτικές αντιδράσεις | |
| Διαταραχές του μεταβολισμού και της θρέψης | Συχνές | Ανορεξίαα |
| Διαταραχές του νευρικού συστήματος | Συχνές | Κεφαλαλγία |
| Αγγειακές διαταραχές | Πολύ συχνές | Εξάψειςε |
| Συχνές | Φλεβική θρομβοεμβολήα | |
| Διαταραχές του γαστρεντερικού | Πολύ συχνές | Ναυτία |
| Συχνές | Έμετος, διάρροια | |
| Διαταραχές του ήπατος και των χοληφόρων | Πολύ συχνές | Αυξημένα ηπατικά ένζυμα (ALT, AST, ALP)α |
| Συχνές | Αυξημένη χολερυθρίνηα | |
| ΄Όχι συχνές | Ηπατική ανεπάρκειαγ,στ,ηπατίτιδαστ, αυξημένη γ-γλουταμυλτρανσφεράσηστ | |
| Διαταραχές του δέρματος και του υποδόριου ιστού | Πολύ συχνές | Εξάνθημαε |
| Διαταραχές του μυοσκελετικού συστήματος και του συνδετικού ιστού | Πολύ συχνές | Αρθραλγία και μυοσκελετικός πόνοςδ |
| Συχνές | Οσφυαλγίαα | |
| Διαταραχές του αναπαραγωγικού συστήματος και του μαστού | Συχνές | Κολπική αιμορραγίαε |
| Όχι συχνές | Μονιλίαση του κόλπουστ, λευκόρροιαστ | |
| Γενικές διαταραχές και καταστάσεις της οδού χορήγησης | Πολύ συχνές | Εξασθένισηα, αντίδραση της θέσης ένεσηςβ |
| Συχνές | Περιφερική νευροπάθειαε, ισχιαλγίαε | |
| Όχι συχνές | Αιμορραγία της θέσης ένεσηςστ, αιμάτωμα της θέσης ένεσηςστ, νευραλγίαγ,στ | |
α Περιλαμβάνονται ανεπιθύμητες ενέργειες φαρμάκου για τις οποίες ο ακριβής βαθμός συμμετοχής του Fulvestrant/Innovis δεν μπορεί να καθοριστεί λόγω της υποκείμενης νόσου.
β Ο όρος αντίδραση της θέσης ένεσης δεν περιλαμβάνει τους όρους αιμορραγία της θέσης ένεσης, αιμάτωμα της θέσης ένεσης, ισχιαλγία, νευραλγία και περιφερική νευροπάθεια.
γ Το συμβάν δεν παρατηρήθηκε σε μείζονες κλινικές μελέτες (CONFIRM, FINDER 1, FINDER 2, NEWEST). Η συχνότητα υπολογίστηκε χρησιμοποιώντας το άνω όριο του διαστήματος εμπιστοσύνης 95% για τη σημειακή εκτίμηση. Αυτό υπολογίζεται ως 3/560 (όπου 560 είναι ο αριθμός των ασθενών στις μείζονες κλινικές μελέτες), που ισοδυναμεί με κατηγορία συχνότητας "όχι συχνή".
δ Περιλαμβάνονται: αρθραλγία και λιγότερο συχνά μυοσκελετικός πόνος, μυαλγία και πόνος άκρου.
ε Η κατηγορία συχνότητας διαφέρει μεταξύ του συνόλου δεδομένων συγκεντρωτικών αναλύσεων ασφάλειας και της FALCON.
στ Ανεπιθύμητη αντίδραση φαρμάκου που δεν παρατηρήθηκε στη FALCON.
Περιγραφή επιλεγμένων ανεπιθύμητων ενεργειών
Οι περιγραφές που περιλαμβάνονται παρακάτω βασίζονται στο σύνολο αναλύσεων ασφάλειας 228 ασθενών που έλαβαν τουλάχιστον μία (1) δόση φουλβεστράντη και 232 ασθενών που έλαβαν τουλάχιστονμία (1) δόση αναστροζόλης, αντίστοιχα στη μελέτη FALCON Φάσης 3.
Αρθραλγία και μυοσκελετικός πόνος
Στη μελέτη FALCON, ο αριθμός των ασθενών που ανέφεραν ανεπιθύμητη ενέργεια αρθραλγίας και μυοσκελετικού πόνου ήταν 65 (31,2%) και 48 (24,1%) για τα σκέλη φουλβεστράντης και αναστροζόλης αντίστοιχα. Από τις 65 ασθενείς στο σκέλος Fulvestrant/Innovis, το 40% (26/65) των ασθενών ανέφερε αρθραλγία και μυοσκελετικό πόνο μέσα στον πρώτο μήνα θεραπείας και το 66,2% (43/65) των ασθενών μέσα στους πρώτους 3 μήνες της θεραπείας. Καμία ασθενής δεν ανέφερε συμβάματα που ήταν Βαθμού CTCAE (Συνήθη Κριτήρια Ορολογίας Ανεπιθύμητων Συμβάντων) ≥ 3 ή που απαιτούσαν μείωση της δόσης, διακοπή της δόσης ή διακοπή της θεραπείας εξαιτίας αυτών των ανεπιθύμητων ενεργειών.
Θεραπεία συνδυασμού με παλμποσικλίμπη
Το συνολικό προφίλ ασφάλειας της φουλβεστράντης όταν χρησιμοποιείται σε συνδυασμό με το παλμποσικλίμπη βασίζεται σε δεδομένα από 517 ασθενείς με HR-θετικό, HER2-αρνητικό προχωρημένο ή μεταστατικόκαρκίνο του μαστού στην τυχαιοποιημένη μελέτη PALOMA3 (βλ. παράγραφο 5.1). Οι πιο συχνές ανεπιθύμητες ενέργειες (≥20%) οποιουδήποτε βαθμού που αναφέρθηκαν σε ασθενείς που έλαβαν φουλβεστράντη σε συνδυασμό με παλμποσικλίμπη ήταν ουδετεροπενία, λευκοπενία, λοιμώξεις, κόπωση, ναυτία,αναιμία, στοματίτιδα, διάρροια, θρομβοπενία και έμετος. Οι πιο συχνές (≥2%) ανεπιθύμητες ενέργειεςΒαθμού ≥3 ήταν ουδετεροπενία, λευκοπενία, λοιμώξεις, αναιμία, αυξημένη AST, θρομβοπενία και κόπωση.
Στον Πίνακα 2 αναφέρονται οι ανεπιθύμητες ενέργειες από την PALOMA3.
Η διάμεση διάρκεια της έκθεσης σε φουλβεστράντη ήταν 11,2 μήνες στο σκέλος φουλβεστράντη + παλμποσικλίμπηκαι 4,8 μήνες στο σκέλος φουλβεστράντη + εικονικό φάρμακο. Η διάμεση διάρκεια της έκθεσης σε παλμποσικλίμπη στο σκέλος φουλβεστράντη + παλμποσικλίμπη ήταν 10,8 μήνες.
Πίνακας 2. Ανεπιθύμητες ενέργειες που βασίζονται στη Μελέτη PALOMA3 (N=517)
| Κατηγορία Οργανικού Συστήματος ΣυχνότηταΠροτιμώμενος Όροςα | Fulvestrant/Innovis +Παλμποσικλίμ πη(N=345) | Fulvestrant/Innovis+ εικονικό φάρμακο (N=172) | ||
| Όλοι οι Βαθμοί n (%) | Βαθμός ≥ 3 n (%) | Όλοι οι Βαθμοί n (%) | Βαθμός ≥ 3 n (%) | |
| Λοιμώξεις και παρασιτώσεις | ||||
| Πολύ συχνές | ||||
| Λοιμώξειςβ | 188 (54,5) | 19 (5,5) | 60 (34,9) | 6 (3,5) |
| Διαταραχές του αιμοποιητικού και του λεμφικού συστήματος | ||||
| Πολύ συχνές | ||||
| Ουδετεροπενίαγ | 290 (84,1) | 240 (69,6) | 6 (3,5) | 0 |
| Λευκοπενίαδ | 207 (60,0) | 132 (38,3) | 9 (5,2) | 1 (0,6) |
| Αναιμίαε | 109 (31,6) | 15 (4,3) | 24 (14,0) | 4 (2,3) |
| Θρομβοπενίαστ | 88 (25,5) | 10 (2,9) | 0 | 0 |
| Όχι συχνές | ||||
| Εμπύρετη ουδετεροπενία | 3 (0,9) | 3 (0,9) | 0 | 0 |
| Διαταραχές του μεταβολισμού και της θρέψης | ||||
| Πολύ συχνές | ||||
| Μειωμένη όρεξη | 60 (17,4) | 4 (1,2) | 18 (10,5) | 1 (0,6) |
| Διαταραχές του νευρικού συστήματος | ||||
| Συχνές | ||||
| Δυσγευσία | 27 (7,8) | 0 | 6 (3,5) | 0 |
| Οφθαλμικές διαταραχές | ||||
| Συχνές | ||||
| Δακρύρροια αυξημένη | 25 (7,2) | 0 | 2 (1,2) | 0 |
| Όραση θαμπή | 24 (7,0) | 0 | 3 (1,7) | 0 |
| Ξηροφθαλμία | 15 (4,3) | 0 | 3 (1,7) | 0 |
| Διαταραχές του αναπνευστικού συστήματος, του θώρακα και του μεσοθωράκιου | ||||
| Συχνές | ||||
| Επίσταξη | 25 (7,2) | 0 | 4 (2,3) | 0 |
| Διαταραχές του γαστρεντερικού | ||||
| Πολύ συχνές | ||||
| Ναυτία | 124 (35,9) | 2 (0,6) | 53 (30,8) | 1 (0,6) |
| Στοματίτιδαζ | 104 (30,1) | 3 (0,9) | 24 (14,0) | 0 |
| Διάρροια | 94 (27,2) | 0 | 35 (20,3) | 2 (1,2) |
| Έμετος | 75 (21,7) | 2 (0,6) | 28 (16,3) | 1 (0,6) |
| Διαταραχές του δέρματος και του υποδόριου ιστού | ||||
| Πολύ συχνές | ||||
| Αλωπεκία | 67 (19,4) | NA | 11 (6,4) | NA |
| Εξάνθημαη | 63 (18,3) | 3 (0,9) | 10 (5,8) | 0 |
| Συχνές | ||||
| Ξηροδερμία | 28 (8,1) | 0 | 3 (1,7) | 0 |
| Γενικές διαταραχές και καταστάσεις της οδού χορήγησης | ||||
| Πολύ συχνές | ||||
| Κόπωση | 152 (44,1) | 9 (2,6) | 54 (31,4) | 2 (1,2) |
| Πυρεξία | 47 (13,6) | 1 (0,3) | 10 (5,8) | 0 |
| Συχνές | ||||
| Εξασθένιση | 27 (7,8) | 1 (0,3) | 13 (7,6) | 2 (1,2) |
| Παρακλινικές εξετάσεις | ||||
| Πολύ συχνές | ||||
| AST αυξημένη | 40 (11,6) | 11 (3,2) | 13 (7,6) | 4 (2,3) |
| Συχνές | ||||
| ALT αυξημένη | 30 (8,7) | 7 (2,0) | 10 (5,8) | 1 (0,6) |
ALT= αμινοτρανσφεράση της αλανίνης, AST= ασπαρτική αμινοτρανσφεράση, Ν/n = αριθμός ασθενών, NA = Δεν εφαρμόζεται.
α Οι Προτιμώμενοι Όροι (PTs, Preferred Terms) αναγράφονται σύμφωνα με το MedDRA 17.1.
β Οι λοιμώξεις περιλαμβάνουν όλους τους PTs που αποτελούν μέρος της Κατηγορίας Οργανικού Συστήματος Λοιμώξεις και παρασιτώσεις.
γ Η ουδετεροπενία περιλαμβάνει τους ακόλουθους PTs: Ουδετεροπενία, Αριθμός ουδετεροφίλων μειωμένος.
δ Η λευκοπενία περιλαμβάνει τους ακόλουθους PTs: Λευκοπενία, Αριθμός λευκοκυττάρων μειωμένος.
ε Η αναιμία περιλαμβάνει τους ακόλουθους PTs: Αναιμία, Αιμοσφαιρίνη μειωμένη, Αιματοκρίτης μειωμένος.
στ Η θρομβοπενία περιλαμβάνει τους ακόλουθους PTs: Θρομβοπενία, Αριθμός αιμοπεταλίων μειωμένος.
ζ Η στοματίτιδα περιλαμβάνει τους ακόλουθους PTs: Αφθώδης στοματίτιδα, Χειλίτιδα, Γλωσσίτιδα, Γλωσσοδυνία, Εξέλκωση του στόματος, Φλεγμονή βλεννογόνου, Άλγος του στόματος, Στοματοφαρυγγική δυσφορία, Στοματοφαρυγγικό άλγος, Στοματίτιδα.
η Το εξάνθημα περιλαμβάνει τους ακόλουθους PTs: Εξάνθημα, Εξάνθημα κηλιδοβλατιδώδες, Εξάνθημα κνησμώδες, Εξάνθημα ερυθηματώδες, Εξάνθημα βλατιδώδες, Δερματίτιδα, Δερματίτιδα ομοιάζουσα με ακμή, Τοξικό εξάνθημα δέρματος.
Περιγραφή επιλεγμένων ανεπιθύμητων ενεργειών
Ουδετεροπενία
Σε ασθενείς που έλαβαν φουλβεστράντη σε συνδυασμό με παλμποσικλίμπη στη μελέτη PALOMA3, αναφέρθηκε ουδετεροπενία οποιουδήποτε βαθμού σε 290 (84,1%) ασθενείς, με ουδετεροπενία Βαθμού 3 να έχει αναφερθεί σε 200 (58,0%) ασθενείς και ουδετεροπενία Βαθμού 4 να έχει αναφερθεί σε 40 (11,6%). Στο σκέλος φουλβεστράντη + εικονικό φάρμακο (n=172), αναφέρθηκε ουδετεροπενία οποιουδήποτε βαθμού σε 6 (3,5%) ασθενείς. Δεν υπήρξαν αναφορές ουδετεροπενίας Βαθμού 3 και 4 στο σκέλος φουλβεστράντη + εικονικό φάρμακο.
Σε ασθενείς που έλαβαν φουλβεστράντη σε συνδυασμό με παμπλοσικλίμπη, ο διάμεσος χρόνος έως το πρώτοεπεισόδιο ουδετεροπενίας οποιουδήποτε βαθμού ήταν 15 ημέρες (εύρος: 13-512 ημέρες) και η διάμεση διάρκεια της ουδετεροπενίας Βαθμού ≥3 ήταν 16 ημέρες. Εμπύρετη ουδετεροπενία αναφέρθηκε σε 3 (0,9%) ασθενείς που έλαβαν φουλβεστράντη σε συνδυασμό με παλμποσικλίμπη.
Αναφορά πιθανολογούμενων ανεπιθύμητων ενεργειών
Η αναφορά πιθανολογούμενων ανεπιθύμητων ενεργειών μετά από τη χορήγηση άδειας κυκλοφορίας του φαρμακευτικού προϊόντος είναι σημαντική. Επιτρέπει τη συνεχή παρακολούθηση της σχέσης οφέλους-κινδύνου του φαρμακευτικού προϊόντος. Ζητείται από τους επαγγελματίες υγείας να αναφέρουν οποιεσδήποτε πιθανολογούμενες ανεπιθύμητες ενέργειες μέσω του εθνικού συστήματος αναφοράς που αναγράφεται στο Παράρτημα V.
Υπάρχουν μεμονωμένες αναφορές υπερδοσολογίας με Fulvestrant/Innovis σε ανθρώπους. Σε περίπτωση υπερδοσολογίας, συνιστάται η συμπτωματική υποστηρικτική θεραπεία. Μελέτες σε πειραματόζωα υποδηλώνουν ότι με υψηλότερες δόσεις φουλβεστράντης δεν γίνονται αντιληπτές άλλες επιδράσεις εκτός από εκείνες που σχετίζονται άμεσα ή έμμεσα με την αντιοιστρογονική δράση (βλέπε παράγραφο 5.3).
Φαρμακολογικές ιδιότητες - FULVESTRANT/INNOVIS 250MG/5ML
Φαρμακοθεραπευτική κατηγορία: Ορμονική θεραπεία, Αντιοιστρογόνα, κωδικός ATC: L02BA03
Μηχανισμός δράσης και φαρμακοδυναμικές επιδράσεις
Το φουλβεστράντη είναι ένας ανταγωνιστής των οιστρογονικών υποδοχέων με συγγένεια συγκρίσιμη μετην οιστραδιόλη. Η φουλβεστράντη αναστέλλει τις τροφικές δράσεις των οιστρογόνων, χωρίς καμία μερικώς αγωνιστική (οιστρογονική) δράση. Ο μηχανισμός δράσης συσχετίζεται με την
«υποέκφραση» των επιπέδων της πρωτεΐνης των οιστρογονικών υποδοχέων. Κλινικές μελέτες σε μετεμμηνοπαυσιακές γυναίκες με πρωτοπαθή καρκίνο του μαστού έδειξαν ότι η φουλβεστράντη ελαττώνει σημαντικά την έκφραση της πρωτεΐνης του οιστρογονικού υποδοχέα σε όγκους με θετικούς οιστρογονικούς υποδοχείς συγκριτικά με το εικονικό φάρμακο. Υπήρξε επίσης σημαντική μείωση της έκφρασης των υποδοχέων της προγεστερόνης, γεγονός που είναι σε συμφωνία με την έλλειψη εγγενούς οιστρογονικής αγωνιστικής δράσης. Έχει επίσης αποδειχθεί ότι τα 500 mg φουλβεστράντης ελαττώνουν την έκφραση του οιστρογονικού υποδοχέα και του δείκτη πολλαπλασιασμού Ki67, σε μεγαλύτερο βαθμό από τα 250 mg φουλβεστράντης σε νεοεπικουρική χορήγηση σε μετεμμηνοπαυσιακούς καρκίνους του μαστού.
Κλινική αποτελεσματικότητα και ασφάλεια στον προχωρημένο καρκίνο του μαστού
Μονοθεραπεία
Μια κλινική μελέτη Φάσης 3 ολοκληρώθηκε σε 736 μετεμμηνοπαυσιακές γυναίκες με προχωρημένο καρκίνο του μαστού, οι οποίες εμφάνισαν υποτροπή της νόσου κατά τη διάρκεια ή μετά από επικουρική ορμονοθεραπεία ή παρουσίασαν επιδείνωση μετά από την ορμονική θεραπεία για προχωρημένη νόσο. Στη μελέτη πήραν μέρος 423 ασθενείς οι οποίες υποτροπίασαν ή επιδεινώθηκαν κατά τη διάρκεια αντι-οιστρογονικής θεραπείας (υποομάδα ΑΕ) και 313 ασθενείς οι οποίες υποτροπίασαν ή επιδεινώθηκαν κατά τη διάρκεια θεραπείας με αναστολέα αρωματάσης (υποομάδα ΑΙ). Η μελέτη αυτή συνέκρινε την αποτελεσματικότητα και την ασφάλεια του Fulvestrant/Innovis 500 mg (n=362) με του Fulvestrant/Innovis 250 mg (n=374). Η επιβίωση-χωρίς εξέλιξη (PFS) ήταν το πρωτεύον καταληκτικό σημείο, τα κύρια δευτερεύοντα καταληκτικά σημεία περιλάμβαναν το ποσοστό αντικειμενικής ανταπόκρισης (ORR), το ποσοστό κλινικού οφέλους (CBR) και τη συνολική επιβίωση(OS). Τα αποτελέσματα αποτελεσματικότητας για τη μελέτη CONFIRM συνοψίζονται στον Πίνακα 3.
Πίνακας 3 Σύνοψη των αποτελεσμάτων του πρωτεύοντος καταληκτικού σημείου αποτελεσματικότητας (PFS) και των κύριων δευτερευόντων καταληκτικών σημείων αποτελεσματικότητας στη μελέτη CONFIRM
| Μεταβλητή | Τύπος | Fulvestr | Fulvestr | Σύγκριση μεταξύ των ομάδων | |
| υπολογισμού; | ant/Inno | ant/Inno | (Fulvestrant/Innovis 500 | ||
| Σύγκριση | vis500 | vis250 | mg/Fulvestrant/Innovis 250 mg) | ||
| θεραπείας | mg(N=362) | mg(N=374) | Πηλίκο 95% CI τιμή p κινδύνου | ||
| PFS | Διάμεση Κ-Μ | ||||
| σε μήνες; | |||||
| αναλογία | |||||
| κινδύνου | |||||
| Όλοι οι ασθενείς | 6,5 | 5,5 | 0,80 | 0,68, 0,94 | 0,006 |
| -Υποομάδα ΑΕ (n=423) | 8,6 | 5,8 | 0,76 | 0,62, 0,94 | 0,013 |
| -Υποομάδα ΑI (n=313)α | 5,4 | 4.1 | 0,85 | 0,67, 1,08 | 0,195 |
| OSβ Διάμεση Κ-Μ | |||||
| σε μήνες; | |||||
| αναλογία | |||||
| κινδύνουΌλοι οι ασθενείς | 26,4 | 22,3 | 0,81 | 0,69, 0,96 | 0,016γ |
| -Υποομάδα ΑΕ (n=423) | 30,6 | 23,9 | 0,79 | 0,63, 0,99 | 0,038 γ |
| -Υποομάδα ΑI (n=313)α | 24,1 | 20,8 | 0,86 | 0,67, 1,11 | 0,241 γ |
| Μεταβλητή Τύπος | Fulvestr ant/Inno vis | Fulvestr ant/Inno vis | Σύγκριση | μεταξύ των | ομάδων |
| Όλοι οι ασθενείς | 13,8 | 14,6 | -0,8 | -5,8, 6,3 |
| -Υποομάδα ΑΕ (n=296) | 18,1 | 19,1 | -1,0 | -8,2, 9,3 |
| -Υποομάδα ΑI (n=205)α | 7,3 | 8,3 | -1,0 | -5,5, 9,8 |
| CBRε % ασθενών με CB; Απόλυτη διαφορά %Όλοι οι ασθενείς | 45,6 | 39,6 | 6,0 | -1,1, 13,3 |
| -Υποομάδα ΑΕ (n=423) | 52,4 | 45,1 | 7,3 | -2,2, 16,6 |
| -Υποομάδα ΑI (n=313)α | 36,2 | 32,3 | 3,9 | -6,1, 15,2 |
α Το Fulvestrant/Innovis ενδείκνυται σε ασθενείς των οποίων η ασθένεια είχε υποτροπιάσει ή επιδεινωθεί με αντι-οιστρογονική θεραπεία. Τα αποτελέσματα της υποομάδας ΑΙ δεν οδηγούν σε συμπέρασμα.
β Η συνολική επιβίωση παρουσιάζεται για τις τελικές αναλύσεις επιβίωσης στο 75% ωρίμανσης των δεδομένων.
γ Ονομαστική τιμή p χωρίς προσαρμογές έγινε για πολλαπλότητα μεταξύ των αρχικών συνολικών αναλύσεων επιβίωσης στο 50% ωρίμανσης των δεδομένων και οι επικαιροποιημένες αναλύσεις επιβίωσης στο 75% ωρίμανσης των δεδομένων.
δ To ORR προσδιορίστηκε στους ασθενείς οι οποίοι ήταν αξιολογήσιμοι για ανταπόκριση κατά την έναρξη(δηλ. αυτοί με μετρήσιμη νόσο κατά την έναρξη: 240 ασθενείς στην ομάδα του Fulvestrant/Innovis 500 mg και 261 ασθενείς στην ομάδα του Fulvestrant/Innovis 250 mg).
ε Ασθενείς με βέλτιστη αντικειμενική ανταπόκριση πλήρους ανταπόκρισης, μερική ανταπόκριση ή σταθερή νόσο>24 εβδομάδων.
PFS: Επιβίωση -χωρίς εξέλιξη: ORR: Ποσοστό αντικειμενικής ανταπόκρισης: OR: Aντικειμενική ανταπόκριση, CBR: Ποσοστό κλινικού οφέλους, CB: Κλινικό όφελος, OS: Συνολική επιβίωση, K-M:Kaplan-Meier, CI:Διάστημα εμπιστοσύνης, ΑΙ: Αναστολέας αρωματάσης, ΑΕ: Αντι-οιστρογόνο.
Μία Φάσης 3, τυχαιοποιημένη, διπλά-τυφλή, διπλά-εικονική, πολυκεντρική μελέτη του Fulvestrant/Innovis 500 mg έναντι αναστροζόλης 1 mg διεξήχθη σε μετεμμηνοπαυσιακές γυναίκες με θετικούς οιστρογονικούς υποδοχείς (ER) και/ή θετικούς υποδοχείς προγεστερόνης(PgR) με τοπικά προχωρημένο ή μεταστατικό καρκίνο του μαστού που δεν είχαν λάβει προηγουμένως οποιαδήποτεορμονική θεραπεία. Συνολικά 462 ασθενείς τυχαιοποιήθηκαν 1:1 διαδοχικά για να λάβουν είτε φουλβεστράντη 500 mg είτε αναστροζόλη 1 mg. Η τυχαιοποίηση στρωματοποιήθηκε με βάση την κατάσταση της νόσου (τοπικά προχωρημένη ή μεταστατική), την προηγούμενη χημειοθεραπεία για προχωρημένη νόσο και τη μετρήσιμη ή όχι νόσο.
Το πρωτεύον καταληκτικό σημείο της μελέτης ήταν η επιβίωση χωρίς εξέλιξη (PFS) όπως εκτιμήθηκε από τον ερευνητή με αξιολόγηση σύμφωνα με τα κριτήρια RECIST (Κριτήρια Αξιολόγησης της Ανταπόκρισης σε Συμπαγείς Όγκους) 1.1. Τα κύρια δευτερεύοντα καταληκτικά σημεία περιλάμβαναν τη συνολική επιβίωση (OS) και το ποσοστό αντικειμενικής ανταπόκρισης (ORR).
Οι ασθενείς που εντάχθηκαν σε αυτή τη μελέτη είχαν διάμεση ηλικία 63 χρονών (εύρος 36-90). Η πλειονότητα των ασθενών (87,0%) είχε μεταστατική νόσο κατά την έναρξη. Πενήντα πέντε τοις εκατό (55,0%) των ασθενών είχαν σπλαχνικές μεταστάσεις κατά την έναρξη. Συνολικά το 17,1% των ασθενών έλαβε προηγούμενο σχήμα χημειοθεραπείας για προχωρημένη νόσο, το 84,2% των ασθενών είχε μετρήσιμη νόσο.
Παρόμοια αποτελέσματα παρατηρήθηκαν στην πλειονότητα των προκαθορισμένων υποομάδων ασθενών. Για την υποομάδα ασθενών με νόσο που περιορίστηκε σε μη σπλαγχνικές μεταστάσεις (n=208), το πηλίκο κινδύνου (HR) ήταν 0,592 (95% CI: 0,419, 0,837) για το σκέλος Fulvestrant/Innovis σε σύγκριση με το σκέλος αναστροζόλης. Για την υποομάδα των ασθενών με σπλαχνικές μεταστάσεις(n=254), το πηλίκο κινδύνου (HR) ήταν 0,993 (95% CI: 0,740, 1,331) για το σκέλος Fulvestrant/Innovis σε σύγκριση με το σκέλος αναστροζόλης. Τα δεδομένα αποτελεσματικότητας της μελέτης FALCON παρουσιάζονται στον Πίνακα 4 και στην Εικόνα 1.
Πίνακας 4 Περίληψη των αποτελεσμάτων του πρωτεύοντος καταληκτικού σημείου (PFS) και των κύριων δευτερευόντων καταληκτικών σημείων (Αξιολόγηση Ερευνητή, Πληθυσμός με Πρόθεση για Θεραπεία) – μελέτη FALCON
| Fulvestrant/Innovis 500 mg(N=230) | Αναστροζόλη 1 mg (N=232) | |
| Επιβίωση Χωρίς Εξέλιξη | ||
| Αριθμός Συμβαμάτων PFS (%) | 143 (62,2%) | 166 (71,6%) |
| Πηλίκο κινδύνου PFS (95% CI) και p-τιμή | HR 0,797 (0,637 – 0,999)p = 0,0486 | |
| Διάμεση PFS [μήνες (95% CI)] | 16,6 (13,8, 21,0) | 13,8 (12,0, 16,6) |
| Αριθμός Συμβαμάτων OS* | 67 (29,1%) | 75 (32.3%) |
| Πηλίκο κινδύνου OS (95% CI) και τιμή p | HR 0,875 (0,629 – 1,217)p = 0,4277 | |
| Ποσοστό Αντικειμενικής ανταπόκρισης** | 89 (46,1%) | 88 (44,9%) |
| Λόγος Πιθανοτήτων ORR (95%CI) και τιμή p | OR 1,074 (0,716 – 1,614)p = 0,7290 | |
| Διάμεση Διάρκεια της Ανταπόκρισης (DoR) (μήνες) | 20,0 | 13,2 |
| Ποσοστό κλινικού οφέλους(CBR) | 180 (78,3%) | 172 (74,1%) |
| Λόγος Πιθανοτήτων CBR (95% CI) και τιμή p | OR 1,253 (0,815 – 1,932)p = 0,3045 | |
Εικόνα 1 Σχεδιάγραμμα Kaplan-Meier της Επιβίωσης Χωρίς Εξέλιξη (Αξιολόγηση Ερευνητή, Πληθυσμός με Πρόθεση για Θεραπεία) – μελέτη FALCON
Δύο κλινικές μελέτες Φάσης 3 ολοκληρώθηκαν σε σύνολο 851 μετεμμηνοπαυσιακών γυναικών με προχωρημένο καρκίνο του μαστού, οι οποίες επανεμφάνισαν τη νόσο κατά τη διάρκεια ή μετά από επικουρική ορμονοθεραπεία ή παρουσίασαν επιδείνωση μετά από την ορμονική θεραπεία για
προχωρημένη νόσο. Το εβδομήντα επτά τοις εκατό (77%) του πληθυσμού της μελέτης είχε καρκίνο του μαστού με θετικούς οιστρογονικούς υποδοχείς. Οι μελέτες αυτές συνέκριναν την ασφάλεια και την αποτελεσματικότητα μηνιαίας χορήγησης Fulvestrant/Innovis 250 mg έναντι της ημερήσιας χορήγησης του 1 mg αναστροζόλης, (αναστολέας της αρωματάσης). Συνολικά, το Fulvestrant/Innovis σε μηνιαία δοσολογία 250 mg ήταν τουλάχιστον τόσο αποτελεσματικό όσο η αναστροζόλη όσον αφορά την επιβίωση-χωρίςεξέλιξη, την αντικειμενική ανταπόκριση και το χρόνο μέχρι τον θάνατο.
Δεν υπήρξαν στατιστικά σημαντικές διαφορές για οποιοδήποτε από τα καταληκτικά αυτά σημεία ανάμεσα στις δύο θεραπευτικές ομάδες. Η επιβίωση-χωρίς εξέλιξη ήταν το πρωτεύον καταληκτικό σημείο. Η συνδυασμένη ανάλυση των δύο μελετών έδειξε ότι 83% των ασθενών που έλαβε Fulvestrant/Innovis παρουσίασε επιδείνωση, σε σύγκριση με το 85% των ασθενών που έλαβε αναστροζόλη. Η συνδυασμένη ανάλυση των δύο μελετών έδειξε ότι το πηλίκο κινδύνου του Fulvestrant/Innovis 250 mg ως προς την αναστροζόλη για την επιβίωση-χωρίς εξέλιξη ήταν 0,95 (95% CΙ 0,82 έως 1,10). Το ποσοστό αντικειμενικής ανταπόκρισης για το Fulvestrant/Innovis 250 mg ήταν 19,2% σε σύγκριση με 16,5% για την αναστροζόλη. Ο μέσος χρόνος μέχρι το θάνατο ήταν 27,4 μήνες για τις ασθενείς που έλαβαν θεραπείαμε Fulvestrant/Innovis και 27,6 μήνες για τις ασθενείς που έλαβαν θεραπεία με αναστροζόλη. Το πηλίκο κινδύνου για το Fulvestrant/Innovis 250 mg ως προς την αναστροζόλη για τον χρόνο μέχρι το θάνατο ήταν 1,01 (95% CΙ 0,86 έως 1,19).
Θεραπεία συνδυασμού με παλμποσικλίμπη
Μία Φάσης 3, διεθνής, τυχαιοποιημένη, διπλά-τυφλή, παράλληλων ομάδων, πολυκεντρική μελέτη του Fulvestrant/Innovis 500 mg και παλμποσικλίμπη 125 mg έναντι του Fulvestrant/Innovis 500 mg και εικονικού φαρμάκου πραγματοποιήθηκε σε γυναίκες με HR-θετικό, HER-2 αρνητικό τοπικά προχωρημένο καρκίνο του μαστού που δεν επιδέχεται εκτομή ή ακτινοθεραπεία με θεραπευτική πρόθεση ή μεταστατικό καρκίνοτου μαστού, ανεξαρτήτως της εμμηνοπαυσιακής τους κατάστασης, των οποίων η νόσος εξελίχθηκε μετά από προηγούμενη ενδοκρινική θεραπεία σε (νεο)επικουρικό ή μεταστατικό πλαίσιο.
Συνολικά, 521 προ/περι- και μετεμμηνοπαυσιακές γυναίκες των οποίων η νόσος είχε εξελιχθεί κατά τη διάρκεια ή εντός 12 μηνών από την ολοκλήρωση της επικουρικής ενδοκρινικής θεραπείας ή κατά τη διάρκεια ή εντός 1 μηνός από προηγούμενη ενδοκρινική θεραπεία για προχωρημένη νόσο, τυχαιοποιήθηκαν 2: 1 σε Fulvestrant/Innovis και παλμποσικλίμπη ή Fulvestrant/Innovis και εικονικό φάρμακο και στρωματοποιήθηκαν με βάση την τεκμηριωμένη ευαισθησία σε προηγούμενη ορμονοθεραπεία, την εμμηνοπαυσιακή κατάσταση κατά την εισαγωγή στη μελέτη (προ/περι- έναντι μετεμμηνοπαυσιακών)και την παρουσία σπλαγχνικών μεταστάσεων. Οι προ/περιεμμηνοπαυσιακές γυναίκες έλαβαν τον αγωνιστή LHRH γοσερελίνη. Οι ασθενείς με προχωρημένη/μεταστατική, συμπτωματική, επεκταμένησπλαγχνική νόσο, οι οποίες βρίσκονταν σε κίνδυνο απειλητικών για τη ζωή επιπλοκών βραχυπρόθεσμα (συμπεριλαμβανομένων ασθενών με μαζικές μη ελεγχόμενες συλλογές [υπεζωκοτική, περικαρδιακή, περιτοναιϊκή], με πνευμονική λεμφαγγειίτιδα και με πάνω από 50% εμπλοκής του ήπατος), δεν ήταν κατάλληλες για ένταξη στη μελέτη.
Οι ασθενείς συνέχισαν να λαμβάνουν την καθορισμένη θεραπεία μέχρι την αντικειμενική εξέλιξη της νόσου, τη συμπτωματική επιδείνωση, τη μη αποδεκτή τοξικότητα, τον θάνατο ή την απόσυρση της συγκατάθεσης, οποιοδήποτε από αυτά συνέβη πρώτο. Η μετάταξη μεταξύ θεραπευτικών σκελών δεν επιτρεπόταν.
Οι ασθενείς είχαν καλή αντιστοίχιση αρχικών δημογραφικών και προγνωστικών χαρακτηριστικών μεταξύ του σκέλους του Fulvestrant/Innovis και παλμποσικλίμπη και του σκέλους Fulvestrant/Innovis και εικονικού φαρμάκου.Η διάμεση ηλικία των ασθενών που εντάχθηκαν στη μελέτη αυτή ήταν τα 57 χρόνια (εύρος 29, 88). Σε κάθε σκέλος θεραπείας οι ασθενείς στην πλειοψηφία τους ήταν Λευκές, είχαν τεκμηριωμένη ευαισθησία σε προηγούμενη ορμονοθεραπεία, και ήταν μετεμμηνοπαυσιακές. Περίπου το 20% των ασθενών ήταν προ/περιεμμηνοπαυσιακές. Όλες οι ασθενείς είχαν λάβει προηγουμένως συστηματική θεραπεία και οι περισσότερες ασθενείς σε κάθε σκέλος θεραπείας είχαν λάβει προηγούμενο σχήμα χημειοθεραπείας για την πρωτοπαθή τους διάγνωση. Περισσότερες από τις μισές (62%) είχαν κατάσταση απόδοσης (PS) κατά ECOG 0, 60%, είχαν σπλαγχνικές μεταστάσεις, και 60% είχαν λάβει προηγουμένως περισσότερα από 1 ορμονικά σχήματα θεραπείας για την πρωτοπαθή τους διάγνωση.
Το πρωτεύον καταληκτικό σημείο της μελέτης ήταν η επιβίωση χωρίς εξέλιξη (PFS) όπως εκτιμήθηκε από τον ερευνητή με αξιολόγηση σύμφωνα με τα κριτήρια RECIST (Κριτήρια Αξιολόγησης της
Ανταπόκρισης σε Συμπαγείς Όγκους) 1.1. Υποστηρικτικές αναλύσεις της επιβίωσης χωρίς εξέλιξη βασίστηκαν σε Ανεξάρτητη Κεντρική Ακτινολογική Αξιολόγηση. Τα δευτερεύοντα καταληκτικά σημεία περιλάμβαναν την Aντικειμενική ανταπόκριση (OR), το Ποσοστό κλινικού οφέλους (CBR), τη συνολική επιβίωση (OS), την ασφάλεια και το σύνθετο καταληκτικό σημείο του χρόνου μέχρι την επιδείνωση του πόνου (TTD).
Η μελέτη πέτυχε το πρωτεύον καταληκτικό σημείο της παράτασης της επιβίωσης χωρίς εξέλιξη (PFS) όπως εκτιμήθηκε από τον ερευνητή κατά την ενδιάμεση ανάλυση που διεξήχθη στο 82% των προγραμματισμένων συμβάντων επιβίωσης χωρίς εξέλιξη (PFS). Τα αποτελέσματα ξεπέρασαν το προκαθορισμένο όριο αποτελεσματικότητας κατά Haybittle-Peto (α=0,00135), καταδεικνύοντας μία στατιστικά σημαντική παράταση στην επιβίωση χωρίς εξέλιξη (PFS) και ένα κλινικά σημαντικό θεραπευτικό αποτέλεσμα. Πιο ώριμα επικαιροποιημένα δεδομένα αποτελεσματικότητας αναφέρονται στον Πίνακα 5.
Μετά από διάμεσο χρόνο παρακολούθησης 45 μηνών, η τελική ανάλυση της OS πραγματοποιήθηκε με βάση 310 συμβάντα (60% τυχαιοποιημένων ασθενών). Παρατηρήθηκε διαφορά 6,9 μηνών στη διάμεση OS στο σκέλος της παλμποσικλίμπης μαζί με φουλβεστράντη σε σύγκριση με το σκέλος του εικονικούφαρμάκου μαζί με φουλβεστράντη. Αυτό το αποτέλεσμα δεν ήταν στατιστικά σημαντικό βάσει του προκαθορισμένου επιπέδου σημαντικότητας 0,0235 (μονόπλευρο). Στο σκέλος εικονικού φαρμάκουμαζί με φουλβεστράντη, το 15,5% των τυχαιοποιημένων ασθενών έλαβε παλμποσικλίμπη και άλλους αναστολείς CDK ως μετέπειτα θεραπεία μετά την εξέλιξη της νόσου.
Τα αποτελέσματα από την PFS όπως εκτιμήθηκε από τον ερευνητή και τα δεδομένα τελικής OS από τη μελέτη PALOMA3 παρουσιάζονται στον Πίνακα 5. Τα σχετικά σχεδιαγράμματα Kaplan-Meier παρουσιάζονται στις Εικόνες 2 και 3, αντίστοιχα.
Πίνακας 5 Αποτελέσματα αποτελεσματικότητας – μελέτη PALOMA3 (Αξιολόγηση ερευνητή, πληθυσμός με πρόθεση για θεραπεία)
| Επικαιροποιημένη Ανάλυση (Αποκοπή 23 Οκτωβρίου 2015) | ||
| Fulvestrant/Innovis καιπαλμποσικλίμπη(N=347) | Fulvestrant/Innovis καιεικονικό φάρμακο (N=174) | |
| Επιβίωση Χωρίς Εξέλιξη | ||
| Διάμεση διάρκεια [μήνες (95% CI)] | 11,2 (9,5, 12,9) | 4,6 (3,5, 5.6) |
| Πηλίκο κινδύνου (95% CI)και τιμή p | 0,497 (0,398, 0,620), p <0,000001 | |
| Δευτερεύοντα καταληκτικά σημεία | ||
| OR [% (95% CI)] | 26,2 (21,7, 31,2) | 13,8 (9,0, 19,8) |
| OR (μετρήσιμη νόσος) [% (95% CI)] | 33,7 (28,1, 39,7) | 17,4 (11,5, 24,8) |
| CBR [% (95% CI)] | 68,0 (62,8, 72,9) | 39,7 (32,3, 47,3) |
| Τελική συνολική επιβίωση (OS) (Αποκοπή 13 Απριλίου 2018) | ||
| Αριθμός συμβάντων (%) | 201 (57,9) | 109 (62,6) |
| Διάμεση διάρκεια [μήνες (95% CI)] | 34,9 (28,8, 40,0) | 28,0 (23,6, 34,6) |
| Πηλίκο κινδύνου (95% CI) και τιμή p† | 0,814 (0,644, 1,029) p=0,0429†* | |
CBR=ποσοστό κλινικού οφέλους, CI=διάστημα εμπιστοσύνης, N=αριθμός ασθενών, OR=αντικειμενική ανταπόκριση
Τα αποτελέσματα για το δευτερεύον καταληκτικό σημείο βασίστηκαν σε επιβεβαιωμένες και μη επιβεβαιωμένες ανταποκρίσεις σύμφωνα με τα κριτήρια RECIST 1.1.
* Μη στατιστικά σημαντικό.
† Μονόπλευρη τιμή p από τη διαδικασία ελέγχου log-rank στρωματοποιημένη με βάση την παρουσία σπλαγχνικών μεταστάσεων και την ευαισθησία σε προηγούμενη ενδοκρινική θεραπεία ανά τυχαιοποίηση.
Εικόνα 2 Σχεδιάγραμμα Kaplan-Meier της επιβίωσης χωρίς εξέλιξη (αξιολόγηση ερευνητή, πληθυσμός με πρόθεση για θεραπεία) – μελέτη PALOMA3 (αποκοπή 23 Οκτωβρίου 2015)
| PAL+FUL 347 | 276 245 215 | 189 | 168 | 137 | 69 | 38 | 12 | 2 | 1 |
| PCB+FUL 174 | 112 83 62 | 51 | 43 | 29 | 15 | 11 | 4 | 1 |
100
90
80
70
60
50
40
30
20
10
palbociclib+fulvestrant
εικονικό φάρμακο+fulvestrant
0 2 4 6 8 10 12 14 16 18 20 22
Αριθμός ασθενών σε κίνδυνοΧρόνος (Μήνες)
Πιθανότητα Επιβίωσης Χωρίς Εξέλιξη (%)
FUL=φουλβεστράντη, PAL=παλμποσικλίμπη, PCB=εικονικό φάρμακο.
Παρατηρήθηκε μείωση στον κίνδυνο για εξέλιξη της νόσου ή θάνατο στο σκέλος Fulvestrant/Innovis και παλμποσικλίμπη σε όλες τις μεμονωμένες υποομάδες ασθενών, όπως ορίστηκαν από τους παράγοντες στρωματοποίησης και τα χαρακτηριστικά κατά την έναρξη. Αυτό ήταν εμφανές για τις προ/περιεμμηνοπαυσιακές γυναίκες (HR 0,46 [95% CI: 0,28, 0,75]) και τις μετεμμηνοπαυσιακές γυναίκες (HR 0,52 [95% CI: 0,40, 0,66]) και για ασθενείς με σπλαγχνικές προσβολές μεταστατικής νόσου (HR 0,50 [95% CI: 0,38, 0,65]) και μη-σπλαγχνικές προσβολές μεταστατικής νόσου (HR 0,48 [95% CI: 0,33, 0,71]). Όφελος παρατηρήθηκε επίσης ανεξάρτητα από τις γραμμές της προηγούμενης θεραπείας στο μεταστατικό πλαίσιο, είτε 0 (HR 0,59 [95% CI: 0,37, 0,93]), 1 (HR 0,46 [95% CI: 0,32,
0,64]), 2 (HR 0,48 [95% CI: 0,30, 0,76]), ή ≥ 3 γραμμές (HR 0,59 [95% CI: 0,28, 1,22]).
Εικόνα 3. Σχεδιάγραμμα Kaplan-Meier για τη συνολική επιβίωση (πληθυσμός με πρόθεση για θεραπεία) – Μελέτη PALOMA3 (αποκοπή 13 Απριλίου 2018)
FUL=φουλβεστράνη, PAL=παλμποσικλίμπη, PCB=εικονικό φάρμακο.
Πρόσθετες μετρήσεις αποτελεσματικότητας (OR και TTR) που αξιολογήθηκαν στις υποομάδες ασθενών με ή χωρίς σπλαγχνική νόσο παρουσιάζονται στον Πίνακα 6.
Πίνακας 6 Αποτελέσματα αποτελεσματικότητας σε σπλαγχνική και μη-σπλαγχνική νόσο από τη μελέτη PALOMA3 (πληθυσμός με πρόθεση για θεραπεία)
| Σπλαγχνική Νόσος | Μη-Σπλαγχνική Νόσος | |||
| Fulvestrant/ Innovis και palbociclib (N=206) | Fulvestrant/ Innovis και εικονικόφάρμακο (N=105) | Fulvestrant/ Innovis και palbociclib (N=141) | Fulvestrant/ Innovis και εικονικόφάρμακο (N=69) | |
| OR [% (95% CI)] | 35,0 | 13,3 | 13,5 | 14,5 |
| (28,5, 41,9) | (7,5, 21,4) | (8,3, 20,2) | (7,2, 25,0) | |
| TTR*, Διάμεσος [μήνες (εύρος)] | 3,8(3,5, 16,7) | 5,4(3,5, 16,7) | 3,7(1,9, 13,7) | 3,6(3,4, 3,7) |
*Αποτελέσματα ανταπόκρισης που βασίστηκαν σε επιβεβαιωμένες και μη επιβεβαιωμένες ανταποκρίσεις. N=αριθμός ασθενών, CI=διάστημα εμπιστοσύνης, OR= αντικειμενική ανταπόκριση, TTR=χρόνος έως την πρώτη ανταπόκριση του όγκου.
Τα συμπτώματα που αναφέρθηκαν από τις ασθενείς αξιολογήθηκαν με βάση το ερωτηματολόγιο για την ποιότητα ζωής (QLQ)-C30 του Ευρωπαϊκού Οργανισμού για την Έρευνα και τη Θεραπεία του Καρκίνου (European Organization for Research and Treatment of Cancer, EORTC) και την ενότητά του για τον καρκίνο του μαστού (EORTC QLQ-BR23). Συνολικά 335 ασθενείς στο σκέλος του Fulvestrant/Innovis και παλμποσικλίμπης και 166 ασθενείς στο σκέλος Fulvestrant/Innovis και εικονικό φάρμακο συμπλήρωσαντο ερωτηματολόγιο κατά την έναρξη και σε μία τουλάχιστον επίσκεψη μετά την έναρξη.
Ο χρόνος μέχρι την επιδείνωση είχε προκαθοριστεί ως ο χρόνος μεταξύ της έναρξης και της πρώτης εμφάνισης αύξησης ≥ 10 βαθμών, από την έναρξη στις βαθμολογίες, των συμπτωμάτων του πόνου. Η προσθήκη της παλμποσικλίμπη στο Fulvestrant/Innovis οδήγησε σε όφελος όσον αφορά στα συμπτώματα, καθυστερώντας σημαντικά το χρόνο μέχρι την επιδείνωση των συμπτωμάτων του πόνου σε σύγκρισημε το Fulvestrant/Innovis και εικονικό φάρμακο (διάμεση τιμή 8,0 μήνες έναντι 2,8 μηνών, HR 0,64 [95% CI 0,49, 0,85], p<0,001).
Επιδράσεις στο ενδομήτριο μετεμμηνοπαυσιακών γυναικών
Τα προκλινικά στοιχεία δεν υποδηλώνουν διεγερτική δράση της φουλβεστράντης στο ενδομήτριο των μετεμμηνοπαυσιακών γυναικών (βλέπε παράγραφο 5.3). Μία μελέτη 2 εβδομάδων σε υγιείς μετεμμηνοπαυσιακές εθελόντριες, που έλαβαν 20 μικρογραμμάρια αιθυνυλοιστραδιόλης ημερησίως έδειξε ότι η προηγούμενη θεραπεία με Fulvestrant/Innovis 250 mg οδήγησε σε σημαντικά μειωμένη διέγερση του μετεμμηνοπαυσιακού ενδομητρίου, συγκριτικά με προηγούμενη θεραπεία με εικονικό φάρμακο,όπως εκτιμήθηκε από την υπερηχογραφική μέτρηση του πάχους του ενδομητρίου.
Νεοεπικουρική θεραπεία έως και για 16 εβδομάδες σε ασθενείς με καρκίνο του μαστού υπό χορήγηση είτε Fulvestrant/Innovis 500 mg είτε Fulvestrant/Innovis 250 mg δεν είχε ως αποτέλεσμα κλινικώς σημαντικές μεταβολές στο πάχος του ενδομητρίου, υποδεικνύοντας έλλειψη επίδρασης αγωνιστή. Δεν υπάρχουν αποδείξεις για ανεπιθύμητες ενέργειες στο ενδομήτριο σε ασθενείς με καρκίνο του μαστού που μελετήθηκαν.
Δεν υπάρχουν διαθέσιμα δεδομένα σχετικά με την μορφολογία του ενδομητρίου.
Σε δύο βραχυπρόθεσμες μελέτες (1 και 12 εβδομάδες) σε προεμμηνοπαυσιακές ασθενείς με καλοήθεις γυναικολογικές παθήσεις, δεν παρατηρήθηκαν σημαντικές διαφορές στο πάχος του ενδομητρίου (με υπερηχογραφική μέτρηση) μεταξύ των ομάδων του φουλβεστράντης και του εικονικούφαρμάκου.
Επιδράσεις στα οστά
Δεν υπάρχουν δεδομένα μακροχρόνιας χορήγησης για την επίδραση της φουλβεστράντης στα οστά. Νεοεπικουρική θεραπεία έως και για 16 εβδομάδες σε ασθενείς με καρκίνο του μαστού είτε με Fulvestrant/Innovis 500 mg είτε με Fulvestrant/Innovis 250 mg δεν είχε ως αποτέλεσμα κλινικώς σημαντικές μεταβολέςστους δείκτες ανακατασκευής οστού.
Παιδιατρικός πληθυσμός
Δεν συνιστάται η χρήση του Fulvestrant/Innovis σε παιδιά. Ο Ευρωπαϊκός Οργανισμός Φαρμάκων έχει δώσει απαλλαγή από την υποχρέωση υποβολής των αποτελεσμάτων των μελετών με το Fulvestrant/Innovis σε όλες τιςυποκατηγορίες του παιδιατρικού πληθυσμού στον καρκίνο του μαστού (βλέπε παράγραφο 4.2 για πληροφορίες σχετικά με την παιδιατρική χρήση).
Μια ανοικτή μελέτη Φάσης 2 διερεύνησε την ασφάλεια, την αποτελεσματικότητα και τις φαρμακοκινητικές της φουλβεστράντης σε 30 κορίτσια ηλικίας 1 έως 8 ετών με Προοδευτικά Πρώιμη Ήβη που συνδεόταν με Σύδρομο McCune Albright (MAS). Οι παιδιατρικοί ασθενείς έλαβαν μηνιαίες ενδομυϊκές δόσεις φουλβεστράντης των 4 mg/kg. Αυτή η 12μηνη μελέτη διερεύνησε μια σειρά από τελικά σημεία Συνδρόμου McCune Albright και έδειξε μια μείωση στη συχνότητα της κολπικής αιμορραγίαςκαι μια μείωση του ρυθμού εξέλιξης της ηλικίας των οστών. Σε αυτή τη μελέτη οι συγκεντρώσεις σε σταθεροποιημένη κατάσταση της φουλβεστράντης στα παιδιά ήταν σύμφωνες με εκείνες των ενηλίκων (βλέπε παράγραφο 5.2). Από αυτή τη μικρή μελέτη δεν προκύπτουν νέοι προβληματισμοί ως προς τηνασφάλεια, αλλά δεν είναι ακόμη διαθέσιμα τα 5ετή δεδομένα.
Απορρόφηση
Μετά από χορήγηση μακράς δράσης ενδομυϊκής ένεσης Fulvestrant/Innovis, η φουλβεστράντη απορροφάται αργάκαι οι μέγιστες συγκεντρώσεις στο πλάσμα (Cmax) επιτυγχάνονται μετά από περίπου 5 ημέρες. Η χορήγηση σχήματος Fulvestrant/Innovis 500 mg επιτυγχάνει επίπεδα έκθεσης ίσα, ή κοντά στη σταθεροποιημένη κατάσταση εντός ενός μηνός από τη χορήγηση (μέση [CV]:
AUC 475
[33,4%] ng.ημέρες/ml, Cmax 25,1 [35,3%] ng/ml, Cmin 16,3 [25,9%] ng/ml, αντίστοιχα). Στη σταθεροποιημένη κατάσταση, οι συγκεντρώσεις πλάσματος της φουλβεστράντης διατηρούνται εντόςσχετικά μικρού εύρους με τις μέγιστες συγκεντρώσεις έως περίπου στο τριπλάσιο των συγκεντρώσεων κατά την έναρξη. Μετά από την ενδομυϊκή χορήγηση, η έκθεση είναι περίπου ανάλογη της δόσης για το εύρος των δόσεων από 50 έως 500 mg.
Κατανομή
Η φουλβεστράντη υπόκειται σε εκτενή και ταχεία κατανομή. Ο μεγάλος φαινομενικός όγκος
κατανομήςσε σταθεροποιημένη κατάσταση (Vdss) περίπου 3 έως 5 l/kg, υποδηλώνει ότι η κατανομή είναι σεμεγάλο βαθμό εξω-αγγειακή. Το fulvestrant συνδέεται εκτενώς (99%) με τις πρωτεΐνες του πλάσματος. Τα πολύ χαμηλής πυκνότητας (VLDL), χαμηλής πυκνότητας (LDL) και υψηλής πυκνότητας (HDL) λιποπρωτεϊνικά κλάσματα είναι τα κύρια συστατικά σύνδεσης. Δεν διεξήχθησαν μελέτες αλληλεπίδρασης που να αφορούν ανταγωνιστική σύνδεση με τις πρωτεΐνες. Ο ρόλος της σφαιρίνης που συνδέεται με τις ορμόνες φύλου δεν έχει διευκρινισθεί.
Βιομετασχηματισμός
Ο μεταβολισμός της φουλβεστράντης δεν έχει πλήρως διερευνηθεί, αλλά περιλαμβάνει συνδυασμούς ενόςαριθμού πιθανών οδών βιομετατροπής ανάλογων με αυτών των ενδογενών στεροειδών. Οι μεταβολίτες που έχουν ταυτοποιηθεί (περιλαμβάνει 17-κετονικούς, σουλφονικούς,
3-θειϊκούς και 3-και 17-γλυκουρονικούς μεταβολίτες) είναι είτε λιγότερο δραστικοί ή παρουσιάζουν παρόμοια δραστικότητα με τη φουλβεστράντη σε αντιοιστρογονικά μοντέλα. Μελέτες που χρησιμοποίησαν ανθρώπινα ηπατικά παρασκευάσματα και ανασυνδυασμένα ανθρώπινα ένζυμα έδειξαν ότι το CYP3A4 είναι το μόνο P450 ισοένζυμο που ενέχεται στην οξείδωση της φουλβεστράντης, ωστόσο επικρατέστεροι in vivo εμφανίζονται οι οδοί που δεν σχετίζονται με το P450. Δεδομένα in-vitro υποδηλώνουν ότι η φουλβεστράντη δεν αναστέλλει τα ισοένζυμα του CYP450.
Αποβολή
Το fulvestrant απομακρύνεται κυρίως με μεταβολισμένη μορφή. Η κύρια οδός απέκκρισης είναι μέσω των κοπράνων, με κάτω του 1% να απεκκρίνεται στα ούρα. Η φουλβεστράντη έχει υψηλή κάθαρση, 11±1,7 ml/min/kg, γεγονός που υποδηλώνει υψηλή αναλογία ηπατικής απέκκρισης. Ο τελικός χρόνος ημίσειας ζωής (t1/2) μετά την ενδομυϊκή χορήγηση εξαρτάται από το ρυθμό απορρόφησης και υπολογίζεται στις 50 ημέρες.
Ειδικοί πληθυσμοί
Σε πληθυσμιακή φαρμακοκινητική ανάλυση των δεδομένων από μελέτες Φάσης 3, δεν παρατηρήθηκε διαφορά στο φαρμακοκινητικό προφίλ της φουλβεστράντης με βάση την ηλικία (εύρος 33 έως 89 έτη), το βάρος (40-127 kg) ή τη φυλή.
Νεφρική δυσλειτουργία
Ήπια έως μέτρια νεφρική δυσλειτουργία δεν επηρέασε κλινικά σημαντικά την φαρμακοκινητική της φουλβεστράντης.
Ηπατική δυσλειτουργία
Η φαρμακοκινητική της φουλβεστράντηςαξιολογήθηκε σε μία κλινική μελέτη εφάπαξ δόσης σε γυναίκεςμε ήπια έως μέτρια διαταραχή της ηπατικής λειτουργίας (σταδίου Α και Β κατά Child – Pugh).
Χρησιμοποιήθηκε μία υψηλή δόση βραχύτερης διάρκειας σε μορφή ενδομυϊκής ένεσης. Σημειώθηκε μία αύξηση κατά περίπου 2,5 φορές της AUC στις γυναίκες με ηπατική διαταραχή σε σχέση με τους υγιείς. Στους ασθενείς που χορηγείται Fulvestrant/Innovis, μία αύξηση στην έκθεση αυτού του μεγέθους αναμένεται να είναι καλά ανεκτή. Δεν αξιολογήθηκαν γυναίκες με σοβαρή ηπατική διαταραχή (σταδίου C κατά Child – Pugh).
Παιδιατρικός πληθυσμός
Οι φαρμακοκινητικές της φουλβεστράντης έχουν αξιολογηθεί σε μια κλινική μελέτη που διεξήχθη σε 30 κορίτσια με Προοδευτικά Πρώιμη Ήβη που συνδεόταν με Σύνδρομο McCune Albright (βλέπε
παράγραφο 5.1). Οι παιδιατρικοί ασθενείς ήταν ηλικίας 1 έως 8 ετών και έλαβαν μηνιαίες ενδομυϊκές δόσεις φουλβεστράντης των 4 mg/kg. Η γεωμετρική μέση συγκέντρωση (σταθερή απόκλιση) σε σταθεροποιημένη κατάσταση ύφεσης (Cmin, ss) και η AUCss ήταν 4,2 (0,9) ng/ml και 3680
(1020) ng hr*/ml, αντίστοιχα. Αν και τα στοιχεία που συλλέχθηκαν ήταν περιορισμένα, οι συγκεντρώσεις της φουλβεστράντης σε σταθεροποιημένη κατάσταση στα παιδιά φαίνονται να είναισύμφωνες με εκείνες των ενηλίκων.